- διέλυε
- διαλύωloose one from anotherimperf ind act 3rd sg (epic)διέλῡε , διαλύωloose one from anotherimperf ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αγρός — Έκταση γης για την καλλιέργεια κυρίως μονοετών φυτών και μάλιστα δημητριακών· χωράφι, γη, κτήμα. Στα νεότερα χρόνια α. λέγεται κάθε είδους καλλιεργημένη έκταση γης.α. αίματος. Ο λεγόμενος α. του Κεραμέως τον οποίο αγόρασαν κατά τον Ματθαίο (κζ΄ 3 … Dictionary of Greek
φεουδαλισμός — Κοινωνικό και πολιτικό σύστημα, που άκμασε κυρίως κατά τον 9o 13o αι., ιδίως στα δυτικοευρωπαϊκά κράτη που προήλθαν από τη διάλυση της αυτοκρατορίας των Kαρολιδών (σημερινή Γαλλία, Γερμανία κλπ.). Το φαινόμενο έχει την αρχή του στην τελευταία… … Dictionary of Greek
Ακόντιος — Μυθολογικό πρόσωπο. Όμορφος και νέος ήρωας από την Κέα. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια του νησιού. Όταν κάποτε πήγε στη Δήλο για να παραστεί στις γιορτές της Άρτεμης, συνάντησε την ωραία Αθηναία Κυδίππη και την ερωτεύτηκε παράφορα. Για να την… … Dictionary of Greek
Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Βίκο, Τζαμπατίστα (Τζοβάνι Μπατίστα) — (Giambattista ή Giovanni Battista Vico, Νάπολη 1668 – 1744). Ιταλός φιλόσοφος, νομικός και ιστορικός, από τους πρωτοπόρους της σύγχρονης ιστορικής σκέψης. Ο Β. αντιπροσωπεύει την αντίδραση του ιταλικού ουμανιστικού πνεύματος στη νοησιοκρατία του… … Dictionary of Greek
Γαλλική Επανάσταση — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζονται τρεις μεγάλες επαναστάσεις στην ιστορία της σύγχρονης Γαλλίας (1789 92, 1830 και 1848), με σημαντικότερη ασφαλώς την πρώτη, που εισήγαγε το πολίτευμα της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής (κοινοβουλευτικής) δημοκρατίας.… … Dictionary of Greek
Γκρος, Γκεόργκε — (George Grosz, Στολπ, Βερολίνο 1893 – Νέα Υόρκη 1959).Γερμανός ζωγράφος και χαράκτης. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους γελοιογράφους. Σπούδασε στις ακαδημίες της Δρέσδης και του Βερολίνου, ενώ είχε ήδη ασχοληθεί με τη ζωγραφική πριν από το… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek